ΧΩΡΙΣ ΑΙΜΑ
INFO
- - Κωδικός Προϊόντος: 978960161711
- Διαθεσιμότητα: Μη διαθέσιμο. Δυνατότητα παραγγελίας (1-3 ημέρες). **Προϋπόθεση διαθεσιμότητας εκδότη-προμηθευτή**
Συγγραφέας:
BARICCO, ALESSANDRO
Εκδότης / Εταιρία:
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ
Τόπος Έκδοσης:
Αθήνα
Έτος Έκδοσης:
2005
Μήνας Έκδοσης:
10
∆έσιμο:
Μαλακό εξώφυλλο
Σελίδες:
97
Σχήμα:
21χ14
Περίληψη / Περιγραφή:
Στο ξάγναντο, το παλιό υποστατικό του Μάτο Ρούτο στεκόταν σβηστό, λαξεμένο σε μαύρο φόντο, κόντρα στο φως του δειλινού. Μοναδικό στίγμα στο αδειανό περίγραμμα του κάμπου. Οι τέσσερις άντρες έφτασαν με μια παλιά Μερσεντές. Ο δρόμος ήταν σκαμμένος και ξερός -ένας φτωχός αγροτικός δρόμος. Από το υποστατικό, ο Μαουέλ Ρόκα τους είδε.
Πλησίασε στο παράθυρο. Πρώτα είδε τη στήλη της σκόνης να υψώνεται πάνω από τις κορφές του καλαμποκιού. Ύστερα άκουσε τον ήχο της μηχανής. Κανένας δεν είχε πια αυτοκίνητο σ' εκείνα τα μέρη. Ο Μανουέλ Ρόκα το ήξερε αυτό. Είδε τη Μερσεντές να ξεμυτίζει στο βάθος κι έπειτα να εξαφανίζεται πίσω από μια αράδα βελανιδιές. Ύστερα έπαψε να κοιτάζει. Στράφηκε προς το τραπέζι κι ακούμπησε το χέρι του στο κεφάλι της κόρης. Σήκω, της είπε. Πήρε ένα κλειδί από την τσέπη, το απίθωσε στο τραπέζι κι έκανε ένα νεύμα στο γιο. Αμέσως, είπε το αγόρι. Ήταν παιδιά, δύο παιδάκια.
Βάρος:
173
ISBN:
978960161711
8,00€
7,20€
Χωρίς ΦΠΑ: 6,79€
Χωρίς ΦΠΑ: 6,79€
Στο ξάγναντο, το παλιό υποστατικό του Μάτο Ρούτο στεκόταν σβηστό, λαξεμένο σε μαύρο φόντο, κόντρα στο φως του δειλινού. Μοναδικό στίγμα στο αδειανό περίγραμμα του κάμπου. Οι τέσσερις άντρες έφτασαν με μια παλιά Μερσεντές. Ο δρόμος ήταν σκαμμένος και ξερός -ένας φτωχός αγροτικός δρόμος. Από το υποστατικό, ο Μαουέλ Ρόκα τους είδε.
Πλησίασε στο παράθυρο. Πρώτα είδε τη στήλη της σκόνης να υψώνεται πάνω από τις κορφές του καλαμποκιού. Ύστερα άκουσε τον ήχο της μηχανής. Κανένας δεν είχε πια αυτοκίνητο σ' εκείνα τα μέρη. Ο Μανουέλ Ρόκα το ήξερε αυτό. Είδε τη Μερσεντές να ξεμυτίζει στο βάθος κι έπειτα να εξαφανίζεται πίσω από μια αράδα βελανιδιές. Ύστερα έπαψε να κοιτάζει. Στράφηκε προς το τραπέζι κι ακούμπησε το χέρι του στο κεφάλι της κόρης. Σήκω, της είπε. Πήρε ένα κλειδί από την τσέπη, το απίθωσε στο τραπέζι κι έκανε ένα νεύμα στο γιο. Αμέσως, είπε το αγόρι. Ήταν παιδιά, δύο παιδάκια.